Η Νευρική Βουλιμία είναι μια διαταραχή πρόσληψης τροφής.
Κύριο χαρακτηριστικό είναι τα επανειλημμένα επεισόδια υπερφαγίας που ακολουθούνται από διάφορους τρόπους εκκαθάρισης π.χ. εμετό ή καθαρτικά ή οποιοδήποτε άλλο μέσον φυσικό ή χημικό ώστε να απαλλαγεί από τις θερμίδες. Κατά την διάρκεια αυτόν των επεισοδίων το άτομο νιώθει μια προσωρινή υποχώρηση της πείνας, του θυμού, και άλλων αρνητικών συναισθημάτων, αλλά στην ουσία μένει μια αίσθηση βιολογικής ταλαιπωρίας κι ο φόβος μην πάρει βάρους.
Η νευρική βουλιμία έχει παρατηρηθεί ότι ξεκινάει στην εφηβική ηλικία και εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα στις γυναίκες από ότι στους άντρες. Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για την εμφάνιση τις βουλιμίας όπως κληρονομικότητα αλλά και άλλοι ψυχολογικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Άτομα με αυτή τη διαταραχή συνήθως βιώνουν το αίσθημα κατάθλιψης, χαμηλή αυτοεκτίμηση και κακής εικόνας σώματος.
Ο ρόλος της σεροτονίνης στη Νευρική Βουλιμία
Έρευνες έχουν δείξει ότι τα χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης παίζουν ρόλο στη Βουλιμία. Η σεροτονίνη είναι ένας νευροδιαβιβαστής. Οι νευροδιαβιβαστές είναι οι χημικές ενώσεις του εγκεφάλου που επηρεάζουν στο τρόπο που σκεφτόμαστε, αισθανόμαστε και συμπεριφερόμαστε. Η σεροτονίνη είναι από τους βασικότερους ρυθμιστές της πείνας και του κορεσμού. Είναι μια ουσία η οποία σχηματίζεται στον εγκέφαλο και δημιουργεί μια αίσθηση πληρότητας και επηρεάζει την ψυχική διάθεση και τον ύπνο. Φτιάχνεται από το απαραίτητο αμινοξύ τρυπτοφάνη το οποίο διασπάται πρώτα σε 5ΗΤΡ (5-υδροξυ-τρυπτοφάνη) και στη συνέχεια μετατρέπεται σε σεροτονίνη.
Μια διατροφή φτωχή σε θρεπτικά συστατικά σε συνδυασμό με κακές διατροφικές συνήθειες δεν παρέχουν στο σώμα τις απαραίτητες πρώτες ύλες που απαιτούνται για την παραγωγή σεροτονίνης. Τα χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης προκαλούν κατάθλιψη, αϋπνία, πονοκεφάλους και χρόνια κόπωση τα οποία έχουν ως αποτέλεσμα την αυξημένη επιθυμία για φαγητό. Επίσης, τα χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης δημιουργούν μία κατάσταση ακατανίκητης πείνας, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε υπερφαγικό επεισόδιο (κυρίως με επεξεργασμένους υδατάνθρακες, όπως τα γλυκά). Κατά τη διάρκεια του υπερφαγικού επεισοδίου τα επίπεδα σεροτονίνης στον εγκέφαλο αυξάνονται, αλλά προσωρινά. Αυτή η γρήγορη αύξηση της σεροτονίνης θα μειώσει το αίσθημα άγχους και κατάθλιψης για λίγο αλλά μετά θα ακολουθήσει το αίσθημα απογοήτευσης, ενοχής και χαμηλής αυτοεκτίμησης όπου θα πυροδοτήσει την επιθυμία για εκκαθάριση.
Η κακή διατροφή και το υπόβαθρο της βουλιμίας
Η αυξημένη και συχνή κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε υδατάνθρακες και λιπαρά, όπως η σοκολάτα ή το παγωτό, διεγείρει την παραγωγή ενδορφινών προκαλώντας τη δημιουργία εξάρτησης σε αυτές τις τροφές. Οι ενδορφίνες προκαλούν έντονη ικανοποίηση και είναι υπεύθυνες για συναισθήματα όπως χαρά, υψηλή αυτοεκτίμηση και απόλαυσης. Όταν κάποιος προσπαθήσει να σταματήσει να τρώει τις συγκεκριμένες τροφές, ο εγκέφαλος βρίσκεται σε κατάσταση στέρησης, με αποτέλεσμα την εμφάνιση ακατάσχετης πείνας. Όσο περισσότερο καταναλώνουμε αυτές τις τροφές, τόσο περισσότερο τις ζητάμε προκειμένου να προκληθεί ευφορία και να επανακάμψει η καλή διάθεση.
Ο ρόλος του διαιτολόγου είναι πολύ σημαντικός στη Βουλιμία. Ένα σωστά διαμορφωμένο πρόγραμμα διατροφής θα βοηθήσει το άτομο με Βουλιμία να επαναφέρει τους φυσιολογικούς μηχανισμούς πείνας και κορεσμού. Η ρύθμιση των θρεπτικών συστατικών θα βοηθήσει να μπορεί το άτομο να ελέγχει την ποσότητα φαγητού που πρέπει να καταναλώσει. Μια υποθερμιδική διατροφή θα επιδεινώσει την κατάσταση και κάθε υποτροπή θα οδηγεί σε μεγαλύτερη σωματική και ψυχική διαταραχή. Όσο ποιο πολλές δίαιτες κάνει κάποιος τόσο ποιο έντονη είναι η βουλιμία.
Ειρήνη Λυκουρέση
Διαιτολόγος – Διατροφολόγος
Αθλητική Διατροφολόγος, MSc
Επιστημονικός Συνεργάτης Μονάδας Εφηβικής Υγείας Β΄ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Π & Α. Κυριακού»